Monthly Archives: Νοέμβριος 2013

Θεία Λειτουργία Μετόχι Αγίου Προκοπίου, Μετόχι Ι. Μ. Κύκκου – Αγίου Κλήμης Ιερομάρτυρα, επισκόπου Ρώμης

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013
Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν ιη’, 18-27
Ευαγγέλιο (Αρχαίο Κείμενο) – Ὁ πλούσιος νεανίσκος
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, πειράζων αὐτόν, καί λέγων˙ Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω; Εἶπε δέ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς˙ Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδείς ἀγαθός, εἰμή εἷς, ὁ Θεός. Τάς ἐντολάς οἶδας˙ Μή μοιχεύσῃς˙ Μή φονεύσῃς˙ Μή κλέψῃς˙ Μή ψευδομαρτυρήσῃς˙ Τίμα τόν πατέρα σου, καί τήν μητέρα σου. Ὁ δέ εἶπε˙ Ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. Ἀκούσας δέ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς, εἶπεν αὐτῷ˙ Ἔτι ἕν σοι λείπει˙ πάντα  ὅσα ἔχεις πώλησον, καί διάδος πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ˙ καί δεῦρο, ἀκολούθει μοι. Ὁ δέ, ἀκούσας ταῦτα, περίλυπος ἐγένετο˙ ἦν γάρ πλούσιος σφόδρα. Ἰδών δέ αὐτόν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον, εἶπε˙ Πῶς δυσκόλως οἱ τά χρήματα ἔχοντες, εἰσελεύσονται εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διά τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν, ἤ πλούσιον εἰς τήν βασιλείαν τοῦ  Θεοῦ εἰσελθεῖν. Εἶπον δέ οἱ ἀκούσαντες˙ Καί τίς δύναται σωθῆναι; Ὁ δέ εἶπε˙ Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις, δυνατά ἐστι παρά τῷ Θεῷ.
Ευαγγέλιο (Ερμηνευτική απόδοση) – Ὁ πλούσιος νεανίσκος
Τον καιρό εκείνο κάποιος άνθρωπος ρώτησε τον Ιησού «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς του απάντησε: «Γιατί με αποκαλείς «αγαθό»; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Ξέρεις τις εντολές: μη μοιχεύσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Κι εκείνος του είπε: «Όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Όταν τ’ άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Ένα ακόμη σου λείπει: πούλησε όλα όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, κι έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στον Θεό˙ και έλα να με ακολουθήσεις». Μόλις εκείνος τ’ άκουσε αυτά, πολύ στενοχωρήθηκε, γιατί ήταν πολύ πλούσιος. Όταν ο Ιησούς τον είδε τόσο στενοχωρημένον, είπε: «Πόσο δύσκολα αυτοί που έχουν τα χρήματα μπαίνουν στη βασιλεία του Θεού! Γιατί είναι ευκολότερο να περάσει μέσα από βελονότρυπα καμήλα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». Όσοι τον άκουσαν είπαν: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για τον Θεό είναι δυνατά».

Διάλεξη με Θέμα "Οικουμενικός Ελληνισμός και Ορθοδοξία" στο Μέγα Συνοδικό του Μετοχίου Κύκκου στη Λευκωσία

Η Ιερά Μητρόπολις Κύκκου και Τηλλυρίας
σας προσκαλεί στη διάλεξη, με θέμα:
«Οικουμενικός Ελληνισμός και Ορθοδοξία»,
που θα δοθεί την Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου 2013, και ώρα 7μ.μ.,
στο Μέγα Συνοδικό του Μετοχίου Κύκκου στη Λευκωσία.


Εισηγητής: Δρ Κλείτος Ιωαννίδης, Συγγραφέας, Ερευνητής,
Καθηγητής Φιλοσοφίας στο ΤΕΠΑΚ, Πρόεδρος Φιλοσοφικής Εταιρείας Κύπρου.

Διάρκεια διάλεξης: 50 λεπτά

Τα Εισόδια της Θεοτόκου

Μία από τις κυριότερες και μεγαλύτερες Θεομητορικές εορτές του έτους είναι τα «Εισόδια» της Θεοτόκου. Η Εκκλησία μας την τιμά στις 21 Νοεμβρίου, με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Η σημασία της εορτής αυτής είναι μεγάλη και ιερή. Αποτελεί τήν βάση και την αρχή για όλη την μετέπειτα ζωή της Θεοτόκου.Η ευσεβής Άννα σύζυγος του Ιωακείμ, πέρασε τη ζωή της χωρίς να μπορέσει να τεκνοποιήσει, καθώς ήταν στείρα. Μαζί με τον Ιωακείμ προσευχόταν θερμά στον Θεό να την αξιώσει να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι θα αφιέρωνε το τέκνο της σε Αυτόν. Πράγματι, ο Πανάγαθος Θεός όχι μόνο της χάρισε ένα παιδί, αλλά την αξίωσε να φέρει στον κόσμο τη γυναίκα που θα γεννούσε το Μεσσία, το Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. 

Όταν η Παναγία έγινε τριών χρόνων, σύμφωνα με την παράδοση, η Άννα και ο Ιωακείμ, κρατώντας την υπόσχεσή τους, την οδήγησαν στο Ναό και την παρέδωσαν στον αρχιερέα Ζαχαρία. Ο αρχιερέας παρέλαβε την Παρθένο Μαρία και την οδήγησε στα Άγια των Αγίων, όπου δεν έμπαινε κανείς εκτός από τον ίδιο, επειδή γνώριζε έπειτα από αποκάλυψη του Θεού το μελλοντικό ρόλο της Αγίας κόρης στην ενανθρώπιση του Κυρίου. Στα ενδότερα του Ναού η Παρθένος Μαρία έμεινε δώδεκα χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα ο αρχάγγελος Γαβριήλ προμήθευε την Παναγία με τροφή ουράνια. Εξήλθε από τα Άγια των Αγίων, όταν έφθασε η ώρα του Θείου Ευαγγελισμού.

Τα Εισόδια της Θεοτόκου καθιερώθηκαν ως εκκλησιαστική εορτή κατά τον 7ο αιώνα, πρώτα στην Ανατολή και πολύ αργότερα στη Δύση. Αναφορές υπάρχουν στα γραπτά του Αγίου Μάξιμου του Ομολογητή και των πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιου και Γερμανού.


Με τα Εισόδια της Θεοτόκου συνδέεται και η βασιλική της Αγίας Μαρίας της Νέας, που χτίστηκε δίπλα στα ερείπια του Ναού του Σολομώντος και εγκαινιάστηκε στις 21 Νοεμβρίου 543 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Εξ αυτού του γεγονότος φαίνεται να επελέγη από την εκκλησία ο εορτασμός των Εισοδίων της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου. Επί αυτοκράτορος Μανουήλ Α’ Κομνηνού (1143-1180) καθιερώθηκε ως ημέρα αργίας για το Βυζάντιο.

Στις μέρες μας, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και κατάνυξη εορτάζονται τα Εισόδια της Θεοτόκου στα Χανιά, τη Λειβαδιά, την Αμφίκλεια και την Κίμωλο. Αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου είναι η Καπνικαρέα, το θαυμάσιο αυτό βυζαντινό ναΐδριο του 11ου αιώνα, που βρίσκεται στο μέσο της οδού Ερμού στην Αθήνα. Στις 21 Νοεμβρίου γιορτάζουν ο Παναγιώτης, η Μαρία, η Δέσποινα, αλλά και οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις γιορτάζουν την «Υπέρμαχο στρατηγό» τους.

Oἶκος

«Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίων, ὁρῶν ἐν τῇ Παρθένω, τὴν χάριν δηλουμένην, καὶ πληρουμένην ἐμφανῶς, χαίρω, καὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητον, πῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντος, μόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιν, τὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένην, Διό, ἄνεθφημείν βουλόμενος ταύτην, καταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγον, ὅμως δὲ τολμῶν, κηρύττω καὶ μεγαλύνω, Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος».
Κοντάκιο
«Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκω Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνευματι θείω, ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ, Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος». 
Ἀπολυτίκιον | Ήχος δ’
Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον, καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ, τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται, καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις.

Λαογραφία 

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου για τους αγρότες, που την ονομάζουν, «της Παναγιάς της Αρχισπορίτισσας», της «Μεσοσπορίτισσας» ή της «Ξεσπορίτισσας», ανάλογα σε ποιο στάδιο βρίσκεται η σπορά. Λέγεται και «Πολυσπορίτισσα», επειδή την ημέρα αυτή συνηθίζουν να βράζουν σπόρους από τα γεωργικά τους προϊόντα, που άλλα τρώγουν και άλλα προσφέρουν για τα «χρόνια πολλά» και την ευδοκίμηση της σποράς. Σπόρους πηγαίνουν για ευλογία και στην εκκλησία. 
Συνηθίζονται και μετεωρολογικές προβλέψεις. Όπως λέγουν «την ημέρα αυτή βασιλεύει η Πούλια, και όπως θα κάμει αυτή τη μέρα, θα κάμει και τις κατοπινές σαράντα μέρες». 
Ερμηνεία της εικόνας των Εισοδίων της θεοτόκου
Η ιερή ακολουθία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου και η σχετική εικόνα υπηρετούν ένα βαθύτερο σκοπό: χειραγωγούν τον πιστό στο μυστήριο της σάρκωσης του Υιού και Λόγου του Θεού.
Η είσοδος της Θεοτόκου στο ναό είναι το προοίμιο της εύνοιας του Θεού στους ανθρώπους, η προκήρυξη της σωτηρίας των ανθρώπων, η αναγγελία του Χριστού και η πραγματοποίηση του σχεδίου της θείας, οικονομίας. Αυτά διακηρύσσει το απολυτίκιο της εορτής.
«Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις. Εν Ναω του Θεού τρανώς η Παρθένος δείκνυται και τον Χριστόν τοις πάσι προκαταγγέλλεται. Αυτή και ημείς μεγαλοφώνως βοήσωμεν Χαίρε της οικονομίας του Κτιστού η εκπλήρωσις.»
Ο ορθόδοξος αγιογράφος με βάση τις παραπάνω πληροφορίες της απόκρυφης διήγησης και τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας για τη Θεοτόκου συνθέτει την εικόνα των Εισοδίων.
Το κύριο πρόσωπο της εικόνας είναι η τριετής Παναγία. Εικονίζεται τη στιγμή που την υποδέχεται στο ναό ο ιερέας Ζαχαρίας, ο μετέπειτα πατέρας του Προδρόμου, καθώς την παραδίδουν ευλαβικά οι θεοσεβείς γονείς της. Πίσω τους ακολουθούν οι παρθένες, «οι αμίαντες θυγατέρες των Εβραίων», που κρατούν αναμμένες λαμπάδες.
Η Παναγία δε ζωγραφίζεται φυσιοκρατικά. Δεν εμφανίζει δηλαδή τίποτε το παιδικό, εκτός από το μικρό μέγεθος του σώματός της. Αυτό γίνεται σκόπιμα. Ο ορθόδοξος αγιογράφος θέλει να μάς απομακρύνει από το γράμμα της διήγησης («τριετής η παις»), για να συλλάβουμε το πνεύμα της, την εκκλησιολογική της διάσταση. Η Παναγία είναι η Θεοτόκος, η Μητέρα του Θεού. Γι’ αυτό ο υμνωδός μάς καλεί «την νηπιάζουσαν φύσει και υπέρ φύσιν Μητέρα αναδειχθείσαν του Θεού ευφημήσωμεν ύμνοις» (Τροπάριο του όρθρου).
Η Παναγία εικονίζεται ως ώριμη γυναίκα με το γνωστό μαφόριό της, όπως τη βλέπουμε στις εικόνες της.
Το ίδιο κάνει και ο υμνωδός της Εκκλησίας και για τις λαμπάδες των παρθένων. Οι αναμμένες λαμπάδες δεν είχαν σκοπό να εμποδίσουν την τριετή παιδίσκη να γυρίσει πίσω, στο σπίτι της, καθώς ήταν στο δρόμο προς το ναό –αυτό λέει η απόκρυφη διήγηση- αλλά τούτο: να υποδείξουν τη νοητή λαμπάδα, την Παναγία, και προδηλώσουν έτσι την ανείπωτη μελλοντική αίγλη. Αυτή η αίγλη θα ήταν ο Χριστός, γιατί από την Παναγία θα ανέλαμπε (θα γεννιόταν) φωτίζοντας τους καθισμένους στο σκοτάδι της αμαρτίας ανθρώπους. Αυτόν το συμβολισμό παρουσιάζει το δ’ στιχηρό προσόμοιο του εσπερινού, ήχος δ’ «Αι νεανίδες χαίρουσαι και λαμπάδας κατέχουσαι, της λαμπάδος σήμερον προπορεύονται της νοητής και εισάγουσιν αυτήν εις τα Άγια των Αγίων ιερώς προσηλούσαι την μέλλουσαν αίγλην άρρητον εξ αυτής αναλάμψειν και φωτίσειν τους εν σκότει καθημένους, της αγνωσίας εν Πνεύματι».
Σε πολλές εικόνες πίσω από το Ζαχαρία, αριστερά, παριστάνεται η Παναγία να κάθεται σε καθέδρα με τρία σκαλιά (είναι η αναβαθμοί του θυσιαστηρίου του απόκρυφου κειμένου) και να περιμένει την τροφή που της φέρνει ο άγγελος Γαβριήλ. Η Παναγία να παραμείνει στο Άγιο των Αγίων ως νέα Κιβωτός της Διαθήκης, ως η «έμψυχος κιβωτός» και στα δώδεκα χρόνια της παραμονής της εκεί θα τρέφεται θαυματουργικά με ουράνια τροφή.
Από το βιβλίο
Ο Μυστικός κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων
(τόμος δεύτερος)
Χρήστου Γ. Γκότση
Εκδ. Αποστολική Διακονία

Κυριακὴ ΚΑ’ (Θ’ Λουκᾶ) – Ἡ παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013
Κυριακὴ ΚΑ’ (Θ’ Λουκᾶ) – Ἡ παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου
Εὐαγγέλιον
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 16 – 21

Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα·  καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου,  καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου.  εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;  οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.

Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 16 – 21

Είπε δε προς αυτούς και την εξής παραβολήν· “κάποιου πλουσίου ανθρώπου εσημείωσαν εξαιρετικήν ευφορίαν τα χωράφια του. Και αυτός έπεσεν αμέσως εις αγωνιώδην συλλογήν και μέριμναν, λέγων· Τι να κάμω, διότι δεν έχω που να συγκεντρώσω και αποθηκεύσω τους καρπούς των χωραφιών μου; Και ύστερα από μεγάλην σκέψιν είπε· τούτο θα κάμω· Θα κρημνίσω τας αποθήκας μου και θα οικοδομήσω άλλας μεγαλυτέρας, και θα συγκεντρώσω εκεί όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου. Και θα πω εις την ψυχήν μου· Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά αποθηκευμένα για έτη πολλά· απόλαυσε την ζωήν, αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. Αφού δε ετοίμασε όλα και πριν προλάβη τίποτε από αυτά να απολαύση, του είπεν ο Θεός· ανόητε από την κακίαν σου άνθρωπε και απερίσκεπτε, αυτήν την νύκτα, που επίστευσες ότι θα αρχίση η απολαυστική ζωη σου, απαιτούν να πάρουν από σε χωρίς αναβολήν την ψυχήν σου· αυτά δε που έχεις ετοιμάσει, εις ποίον τώρα ανήκουν; Ετσι παθαίνει και αυτό το τέλος έχει εκείνος, που εγωϊστικά θησαυαρίζει δια τον ευατόν του και δεν προσπαθεί να αποκτήση τον πλούτον των καλών έργων, εις τα οποία ευχαριστείται ο Θεός”. 

Θεία Λειτουργία Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκου Κυριακή Η΄ Λουκά – Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου Άγιος Προκόπιος

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν ι’, 25-37
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, Νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, πειράζων αὐτόν, καί λέγων˙ Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω; Ὁ δέ εἶπε πρός αὐτόν˙ Ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; Ὁ δέ ἀποκριθείς, εἶπεν˙ Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου, καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου, καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου˙ καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. Εἶπε δέ αὐτῷ˙ Ὀρθῶς ἀπεκρίθης˙ τοῦτο ποίει, καί ζήσῃ. Ὁ δέ, θέλων δικαιοῦν ἑαυτόν, εἶπε πρός τόν Ἰησοῦν˙ Καί τίς ἐστί μου πλησίον; Ὑπολαβών δέ ὁ Ἰησοῦς, εἶπεν˙ Ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπό Ἱερουσαλήμ εἰς Ἰεριχώ, καί λησταῖς περιέπεσεν˙ οἵ καί ἐκδύσαντες αὐτόν, καί πληγάς ἐπιθέντες, ἀπῆλθον, ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. Κατά συγκυρίαν δέ, Ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ˙ καί ἰδών αὐτόν, ἀντιπαρῆλθεν. Ὁμοίως δέ καί Λευΐτης, γενόμενος κατά τόν τόπον, ἐλθών καί ἰδών, ἀντιπαρῆλθε. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων, ἦλθε κατ’ αὐτόν, καί ἰδών αὐτόν, ἐσπαγχνίσθη˙ καί προσελθών κατέδησε τά τραύματα αὐτοῦ, ἐπιχέων ἔλαιον καί οἶνον˙ ἐπιβιβάσας δέ αὐτόν ἐπί τό ἴδιον κτῆνος, ἤγαγεν αὐτόν εἰς πανδοχεῖον, καί ἐπεμελήθη αὐτοῦ. Καί ἐπί τήν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλών δύω δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ, καί εἶπεν αὐτῷ˙ Ἐπιμελήθητι αὐτοῦ˙ καί ὅ,τι ἄν προσδαπανήσῃς, ἐγώ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν, πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τούς ληστάς; Ὁ δέ εἶπεν˙ Ὁ ποιήσας τό ἔλεος μετ’ αὐτοῦ. Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς˙ Πορεύου, καί σύ ποίει ὁμοίως.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Τον καιρό εκείνο κάποιος νομοδιδάσκαλος παρουσιάστηκε στον Ιησού, και για να τον φέρει σε δύσκολη θέση του είπε: «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;» Κι ο Ιησούς του είπε: «Ο νόμος τι γράφει;» Εκείνος απάντησε: «Ν’ αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου μ’ όλη την καρδιά σου και μ’ όλη την ψυχή σου, μ’ όλη τη δύναμή σου και μ’ όλο το νου σου˙ και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». «Πολύ σωστά απάντησες», του είπε ο Ιησούς˙ «αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εκείνος όμως, θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του, είπε στον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;» Πήρε τότε αφορμή ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος, κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα για την Ιεριχώ, έπεσε πάνω σε ληστές. Αυτοί τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν και έφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο. Έτυχε να κατεβαίνει από κείνο τον δρόμο και κάποιος ιερέας, ο οποίος, παρ’ όλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Το ίδιο και κάποιος λευίτης, που περνούσε από κείνο το μέρος˙ κι αυτός, παρ’ όλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Κάποιος όμως Σαμαρείτης που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε κοντά του, άλειψε τις πληγές του με λάδι και κρασί και τις έδεσε καλά. Μάλιστα τον ανέβασε στο δικό του το ζώο, τον οδήγησε στο πανδοχείο και φρόντισε γι’ αυτόν. Την άλλη μέρα φεύγοντας έβγαλε κι έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: «Φρόντισέ τον, κι ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σε πληρώσω». Ποιος λοιπόν απ’ αυτούς τους τρεις κατά τη γνώμη σου αποδείχτηκε «πλησίον» εκείνου που έπεσε στους ληστές;» Κι εκείνος απάντησε: «Αυτός που τον σπλαχνίστηκε». Και ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, και να κάνεις κι εσύ το ίδιο».

ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο  ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ

Στα είκοσι έξι του περίπου χρόνια πήγε στην Ιερά Μονή  Φλαβιανών του Τιμίου Προδρόμου όπου αργότερα κάρηκε Μοναχός και πήρε το όνομα Αρσένιος. Δυστυχώς όμως δε χάρηκε πολύ την ησυχία του, διότι εκείνη την εποχή είχαν ανάγκη μεγάλη από δασκάλους και ο Μητροπολίτης Παΐσιος ο Β΄, τον χειροτόνησε Διάκο και τον έστειλε στα εγκατα-λειμμένα παιδιά. Αυτό φυσικά γινόταν στα κρυφά, με χίλιες δυό προφυλάξεις, για να μη μάθουν τίποτε οι Τούρκοι. Στο τριακοστό έτος της ηλικίας του χειροτονήθηκε στην Καισσάρεια Πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου και την ευλογία ως Πνευματικός.
Ο Οσιώτατος Αρσένιος ο Καππαδόκης γεννήθηκε γύρω στα 1840 στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι σε αρετές και μέτριοι σε αγαθά. Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον Θεόδωρο (τον Άγιον Αρσένιο). Από μικρή ηλικία έμειναν ορφανά και τα προστάτεψε η θεία τους, αδελφή της μητέρας τους. Ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβηκε στα παιδιά και την θαυματουργική διάσωση του μικρού τότε Θεόδωρου από τον Άγιον Γεώργιο που  τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό, είχε ως αποτέλεσμα, για τον μεν Βλάσιο να δοθεί με τον δικό του τρόπο  στον Θεό, να τον δοξολογεί ως δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής και κατέληξε αργότερα  στην  Κωνσταντινούπολη, για τον Θεόδωρο δε να θέλει να γίνει καλόγερος. Στη συνέχεια μεγαλώνοντας, στάλθηκε στη Νίγδη και μετά στη Σμύρνη όπου τέλειωσε τις σπουδές του.
  Άρχισε πια η πνευματική του δράση να γίνεται μεγαλύτερη και να απλώνεται. Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Θεράπευε τον ανθρώπινο πόνο όπου τον συναντούσε σε Χριστιανούς ή Τούρκους. Για τον Άγιο δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος με τη χάρη του Θεού. Χρήματα φυσικά δεν δεχόταν ποτέ, ούτε κι έπιανε στα χέρια του. Συνήθιζε να λέγει ‘η πίστη μας δεν πουλιέται’.
Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το προορατικό χάρισμα. Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πώς θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14 Αυγούστου του 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ’ ένα νησί.
  Η αγία του μορφή συνέχεια σκορπούσε Χάρη και παρηγοριά. Είχε πια εξαϋλωθεί από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό, καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιό του, που το ποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας.
Έφυγε στις 10 Νοεμβρίου το 1924 και κλείνοντας τα μάτια είπε: «Την ψυχή, την ψυχή να φορντίζετε!». Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης υπήρξε ο τελευταίος στη σειρά των Οσίων της Καππαδοκίας που δοξάσθηκε στις μέρες μας από τόν Θεό γιά να μας πείσει ότι και σήμερα αναδεικνύονται Άγιοι καθ’ όλα όμοιοι με τους παλαιούς.

Αρχιερατικό Συλλείτουργο, 50 Χρόνια Ιερατικής Διακονίας Μακαριωτάτου Αρχ. Κύπρου Χρυσοστόμου Β΄

Αρχιερατικό Συλλείτουργο προϊσταμένου της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου  στον Ιερό Ναό της του Θεού Σοφίας στο Στρόβολο, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης πενήντα χρόνων Ιερατικής Διακονίας του Μακαριωτάτου.
Απευθείας Μετάδοση 
Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν ιστ’, 19-31
Εἶπεν ὁ Κύριος˙ Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, καί ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καί βύσσον, εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχός δέ τις ἦν, ὀνόματι Λάζαρος, ὅς ἐβέβλητο πρός τόν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος˙ καί ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπό τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπό τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου˙ ἀλλά καί οἱ κύνες ἐρχόμενοι, ἀπέλειχον τά ἕλκη αὐτοῦ. Ἐγένετο δέ ἀποθανεῖν τόν πτωχόν, καί ἀπενεχθῆναι αὐτόν ὑπό τῶν Ἀγγέλων εἰς τόν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ˙ ἀπέθανε δέ καί ὁ πλούσιος, καί ἐτάφη. Καί ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τούς ὀφθαλμούς αὑτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τόν Ἀβραάμ ἀπό μακρόθεν, καί Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καί αὐτός φωνήσας, εἶπε˙ Πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με, καί πέμψον Λάζαρον, ἵνα βάψῃ τό ἄκρον τοῦ δακτύλου αὑτοῦ ὕδατος, καί καταψύξῃ τήν γλῶσσάν μου˙ ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογί ταύτῃ. Εἶπε δέ Ἀβραάμ˙ Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σύ τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καί Λάζαρος ὁμοίως τά κακά˙ νῦν δέ ὅδε παρακαλεῖται, σύ δέ ὀδυνᾶσαι. Καί ἐπί πᾶσι τούτοις, μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἐντεῦθεν πρός ὑμᾶς, μή δύνωνται, μηδέ οἱ ἐκεῖθεν πρός ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ˙ Ἐρωτῶ οὖν σε, Πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτόν εἰς τόν οἶκον τοῦ πατρός μου˙ ἔχω γάρ πέντε ἀδελφούς, ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μή καί αὐτοί ἔλθωσιν εἰς τόν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ˙ Ἔχουσι Μωσέα καί τούς Προφήτας˙ ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δέ εἶπεν˙ Οὐχί, Πάτερ Ἀβραάμ˙ ἀλλ’ ἐάν τις ἀπό νεκρῶν πορευθῇ πρός αὐτούς, μετανοήσουσιν. Εἶπε δέ αὐτῷ˙ Εἰ Μωσέως καί τῶν Προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδέ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ, πεισθήσονται.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Ο Πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος
Είπε ο Κύριος˙ Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές. Αυτός προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές. Πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήγαν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και θάφτηκε. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: «πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτυλού του και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φωτιά». Κι ο Αβραάμ του απάντησε: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα όμως αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από δω σ’ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από κει να περάσουν σ’ εμάς». Είπε πάλι ο πλούσιος: «τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδελφούς μου, ώστε να μην
έλθουν κι αυτοί σ’ αυτό τον τόπο των βασάνων». Ο Αβραάμ του λέει: «έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών˙ ας υπακούσουν σ’ αυτά». Εκείνος τότε του είπε: «όχι, πατέρα μου Αβραάμ˙ αν όμως κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν». Του είπε ο Αβραάμ: «αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, δεν θα πειστούν ούτε κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς».
Βίος Αγίων 
Ακεψιμά, Ιωσήφ και Αειθαλά
Οι Άγιοι Ακεψιμάς, Ιωσήφ και Αειθαλάς εορτάζουν στις 3 Νοεμβρίου
Ο Ακεψιμάς, ο Ιωσήφ και ο Αειθαλάς, οι τρεις αυτοί μάρτυρες του Χριστού, έζησαν την εποχή πού βασίλευε στην Περσία, ο σκληρός και απάνθρωπος τύραννος ο Σαβώριος, και ήταν φοβερός διώκτης των Χριστιανών. Την εποχή εκείνη συνέλαβαν και φυλάκισαν τον γηραιόν Επίσκοπο Ακεψιμά. Καταγόταν από την πόλη Ανίθα. Ήταν πολύ ενάρετος άνθρωπος, εγκρατής, πράος, ελεήμων, με μια ψυχή αγνή και αγία. Ο Ακεψιμάς δίδασκε την ευσέβεια στους Χριστιανούς, όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα.
Όταν λοιπόν έπιασαν τον Ακεψιμά και τον έφεραν στον άρχοντα των μάγων, πού λέγονταν Αδροχοσχάρ, ο μάγος τον ρώτησε, αν ήταν Χριστιανός. Ο Ακεψιμάς ομολόγησε με θάρρος την αλήθεια με τούτα τα λόγια: «Ένα Θεό γνωρίζομε και αυτόν λατρεύομε, διότι είναι ποιητής των πάντων». Ο μάγος προσπάθησε να τον διατάξει να απαρνηθεί τον Θεό αλλά ο Άγιος έμενε σταθερός στην πίστη του. Αφού ο μάγος είδε ότι δεν καταφέρνει τίποτα θύμωσε και έδειρε τόσο σκληρά τον ιερότατο γέροντα, ώστε δεν έμεινε κανένα μέρος του σώματος του χωρίς πληγή. Όλη δε η γη κοκκίνισε από τα αίματα. Την άλλη ημέρα έφεραν άλλους δύο χριστιανούς στο δικαστήριο. Ο ένας ήταν ο Ιωσήφ, πού ήταν ιερεύς ενός χωρίου, γηραιός άνθρωπος, αφοσιωμένος στον Κύριο, 
με σωφροσύνη και φόβο Θεού. Ο άλλος ήταν ο Αειθαλάς διάκονος, ωραίος την όψη, με ζήλο Θεού, και θερμότατος στην πίστη. Ο δικαστής αφού πρώτα τους εξέτασε και αφού είδε ότι επιμένουν στην πίστη τους έδωσε διαταγή να μαστιγώσουν τον μάρτυρα Ιωσήφ, καταξεσχίζοντας άπονα τις σάρκες του με ραβδιά αγκαθωτά. Και όμως ο άγιος με δυνατή φωνή είπε: « Ευχαριστώ Σοι, Κύριε, διότι με αξίωσες να ξεπλύνω τις αμαρτίες μου με την ροή του αίματός μου. Έπειτα από αρκετή ώρα λιποθύμησε από δαρμούς και έμεινε άφωνος. Γι αυτό τον έδεσαν με δυο αλυσίδες και τον φυλάκισαν μαζί με τον Ακεψιμά. Αφού είδε ότι και ο Αειθαλάς έμενε σταθερός στην πίστη του παρ’ όλο το μαρτύριο του Ιωσήφ έδωσε διαταγή να τον δέσουν από τα χέρια στο ξύλο και να τον δέρνουν δυνατά, τόσον, ώστε να του σπάσουν όλα τα κόκκαλα. Οι στρατιώτες εξετέλεσαν το πρόσταγμα του απάνθρωπου άρχοντα, ενώ ο γενναίος αθλητής υπέμεινε τα κτυπήματα, και ο άρχοντας διέταξε να τον δέρνουν ακόμη σκληρότερα, ώστε σχίσθηκαν όλες οι σάρκες του και έσπασαν όλα του τα κόκκαλα ώστε, έπεσε κάτω, χωρίς να μπορεί να σταθεί και να περπατήσει. Σε αυτή την κατάσταση τον πήραν και τον έριξαν στην φυλακή, όπου ήσαν και οι άλλοι δύο άγιοι. Έμειναν λοιπόν εκεί φυλακισμένοι τρία χρόνια. 
Και οι τρεις μαρτύρησαν για τον Χριστό, όταν βασιλιάς της Περσίας ήταν ο Σαπώρ ο Β΄ (περί το 330 μ.Χ.). Ο Ακεψιμάς άφησε την τελευταία του πνοή, αφού χτυπήθηκε σκληρά με ακανθωτά ραβδιά από ροδιά. Ο Ιωσήφ – αφού διέσχισαν τις σάρκες του – υπέστη μαρτυρικό θάνατο διά λιθοβολισμού. Ο Αειθαλάς μαστιγώθηκε σκληρά και έπειτα τον κρέμασαν με το κεφάλι προς τα κάτω, μέχρι πού παρέδωσε και αυτός τη μακάρια ψυχή του.