Monthly Archives: Ιουνίου 2015

Οι Άγιοι Πέτρος και Παύλος οι Πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι τιμούνται στις 29 Ιουνίου

Η Εκκλησία, τιμά σήμερα τη μνήμη των πρωτοκορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου, για την ισχυρή μαρτυρία που έδωσαν με τη ζωή, το έργο και τη διδασκαλία τους για τον Χριστό. Όχι τυχαία, αντλεί τη σημερινή ευαγγελική περικοπή από το ευαγγέλιο του Ματθαίου, αναδεικνύοντας τη σημασία της ομολογίας του αποστόλου Πέτρου, ότι «ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος». Σ’ αυτήν ακριβώς την ομολογία του Πέτρου για τη θεότητα του Χριστού στηρίζεται το όλο οικοδόμημα της Εκκλησίας. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι η ομολογία αυτή συνοψίζει την πεμπτουσία της αλήθειας της Εκκλησίας και συνιστά την πιο αυθεντική έκφρασή της.

Με την ομολογία του ο Πέτρος στο ερώτημα που απηύθυνε ο Χριστός στους μαθητές «υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;», δίνει το στίγμα της πίστης που θα πρέπει να χαρακτηρίζει τον κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να είναι ζωντανό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Φαίνεται πως πριν την ομολογία του είχε ανοίξει τον εαυτό του για να δεχθεί τον φωτισμό του Θεού. Είχε υπερβεί τις οποιεσδήποτε εγωκεντρικές προθέσεις και διαθέσεις που αφήνουν τον άνθρωπο καθηλωμένο να ασφυκτιά στο εγώ του. Στο θεμέλιο, λοιπόν, της μεγάλης αλήθειας ότι ο Κύριος είναι «ο Υιός του Θεού του ζώντος» οικοδομείται η Εκκλησία ως άνοιγμα που αγκαλιάζει όλο τον κόσμο και τους ανθρώπους και τους προσκαλεί σε γεύσεις θείας εμπειρίας.


Ο Πέτρος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, όπου έμενε οικογενειακά μαζί με την πεθερά του. Όπως μας πληροφορεί το Ευαγγέλιο, όταν ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές τους και τον ακολούθησαν. Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος, ορμητικός, και τη ζωή του κοντά στο Χριστό τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την αποστολική του δράση, από τις πράξεις των Αποστόλων. Έγραψε και δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα στις οποίες να τι προτρέπει τους χριστιανούς: «Νήψατε, γρηγορήσατε, ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρου, ε΄ 8). Δηλαδή εγκρατευθείτε, γίνετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος (54-68μ.Χ.) υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω περί το έτος 64 μ.Χ.

Ο δε Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας σε ένα χωρίο που ονομάζεται Γίσχαλα και στην αρχή ήταν σκληρός διώκτης του Χριστιανισμού. Το 36 μ.Χ. περίπου, όταν κάποτε μετέβαινε στη Δαμασκό για να διώξει και εκεί χριστιανούς, έγινε θαύμα στο οποίο φανερώθηκε ο Χριστός, ο οποίος τον πρόσταξε να πάει στον Ανανία ο οποίος τον κατήχησε και τον βάπτισε. Έτσι, έγινε ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό. Ονομάστηκε ο πρώτος μετά τον Ένα και Απόστολος των Εθνών, λόγω των τεσσάρων μεγάλων αποστολικών περιοδειών του. Είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνέγραψε 14 επιστολές προς τις Εκκλησίες τις οποίες εκείνος ίδρυσε. Τη ζωή του με τις περιπέτειές του θα τα δει κανείς, αν μελετήσει τις Πράξεις των Αποστόλων, αλλά και τις 14 Επιστολές του στην Καινή Διαθήκη. Ο Απόστολος Παύλος θέλει κάθε χριστιανός, όπως και ο ίδιος, να αισθάνεται και να λέει: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Προς Γαλάτας β΄ 20). Δηλαδή, δε ζω πλέον εγώ, ο παλαιός άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και ακόμα, «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Προς Κολασσαείς γ΄ 11). Να διευθύνει, δηλαδή, όλες τις εκδηλώσεις τις ανθρώπινης ζωής μας ο Χριστός. Ο Απόστολος Παύλος υπέστη μαρτυρικό θάνατο (χωρίς να είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) δι’ αποκεφαλισμού στη Ρώμη μεταξύ των ετών 64 – 67 μ.Χ.

Η Κάρα του Αγίου Πέτρου βρίσκεται στη ρωμαιοκαθολική Βασιλική Αγίου Ιωάννου Λατερανού Ρώμης. Μέρος των Λειψάνων του Αγίου Πέτρου βρίσκονται στη ρωμαιοκαθολική Βασιλική Αγίου Πέτρου Ρώμης.

Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Πέτρου βρίσκονται στο ρωμαιοκαθολικό Ναό της Αγίας Πουντεντιάνας Ρώμης και στις Μονές Ιβήρων και Παντελεήμονος Αγίου Όρους.
Οι αλυσίδες του Αγίου Πέτρου φυλάσσονται στη ρωμαιοκαθολική Βασιλική του Αγίου Πέτρου «τῶν Δεσμῶν» Ρώμης.
Η Κάρα του Αγίου Παύλου βρίσκεται στη ρωμαιοκαθολική Βασιλική του Αγίου Ιωάννου Λατερανού Ρώμης. Μέρος των Λειψάνων του Αγίου Παύλου βρίσκονται στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό Ναό «Ἐκτός τῶν Τειχῶν» Ρώμης.
Ένας εκ των οδόντων του Αγίου Παύλου βρίσκεται στην Συλλογή των Ανακτόρων του Μπάκινχαμ Λονδίνου. Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Παύλου βρίσκεται στη Μονή Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους. Η αλυσίδα και το οδοιπορικό ραβδί του Αγίου Παύλου βρίσκεται στο ρωμαιοκαθολικό Παρεκκλήσιο «Φιόρι» της Ρώμης.

Κυριακὴ Δ’ Ματθαίου (Ὁ Κύριος θεραπεύει τον δούλον του εκατόνταρχου)

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Η´ 5 – 13  (Εὐαγγέλιον – Αρχαίο κείμενο)

5 Εἰσελθόντι δὲ αὐτῷ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 6 Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. 7 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. 8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. 9 καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ’ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. 10 ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. 11 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, 12 οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 13 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῷ· Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Η´ 5 – 13 (Εὐαγγέλιον – Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα)

5 Ενώ δε εισήλθεν ο Ιησούς εις την Καπερναούμ, τον επλησίασε με σεβασμόν ένας εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν και λέγων· 6 “Κυριε, ο δούλος μου είναι κατάκοιτος στο σπίτι μου παράλυτος και βασανίζεται από τρομερούς πόνους”. 7 Και λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· “εγώ θα έλθω και θα τον θεραπεύσω”. 8 Ο εκατόνταρχος όμως απεκρίθη και είπε· Κυριε, δεν είμαι εγώ άξιος να εισέλθης συ, ο Παντοδύναμος, κάτω από την στέγην μου. Αλλά πες ένα μόνον λόγον και αμέσως θα θεραπευθή ο δούλος μου. 9 Ημπορείς δε να διατάξης και η διαταγή σου θα γίνη έργον. Διότι και εγώ είμαι άνθρωπος, και ευρίσκομαι υπό την εξουσίαν των ανωτέρων μου, έχω δε υπό τας διαταγάς μου στρατιώτας και λέγω στούτον, πήγαινε και πηγαίνει, και στον άλλον, έλα και έρχεται, και στον δούλον μου κάμε τούτο και το κάμνει”. 10 Ακούσας ο Ιησούς τα γεμάτα πίστιν αυτά λόγια εθαύμασε και είπεν εις αυτούς που τον ακολουθούσαν· “σας διαβεβαιώνω, ότι ούτε μεταξύ των Ισραηλιτών δεν εύρηκα τόσον μεγάλην πίστιν. 11 Αληθινά δε σας λέγω ότι από τας χώρας της Ανατολής και της Δυσεως, από όλα τα μέρη της οικουμένης, θα έλθουν πολλοί και θα παρακαθήσουν στο πνευματικόν δείπνον μαζή με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ εις την βασιλείαν των ουρανών. 12 Οι δε κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών, (οι απόγονοι δηλαδή των πατριαρχών, που έχουν τας επαγγελίας του Θεού), θα εκδιωχθούν και θα ριφθούν στο πυκνότατον σκότος του Αδου. Εκεί θα είναι ο κλαυθμός και το τρίξιμο των οδόντων”. 13 Και είπεν ο Ιησούς στον εκατόνταρχον· “πήγαινε και όπως επίστευσες, ότι δηλαδή ημπορώ με ένα μου λόγον να θεραπεύσω τον δούλον σου, ας γίνη προς χάριν σου”. Και πράγματι εθεραπεύθη ο δούλος του αμέσως κατά την ώρα εκείνην.

Η πίστη του εκατοντάρχου

Ταπείνωση μοναδική
Όταν o Κύριος κάποια ημέρα ήλθε στην Καπερναούμ, Τον πλησίασε ένας εκατόνταρχος και Τον παρακαλούσε: Κύριε, ο δούλος μου είναι κατάκοιτος στο σπίτι και βασανίζεται τρομερά από τους πόνους του. Τότε ο Κύριος του άπαντα: Θα έλθω στο σπίτι σου και θα τον θεραπεύσω. Ο εκατόνταρχος όμως του αποκρίνεται: Κύριε, δεν είμαι άξιος να μπεις κάτω από τη στέγη του σπιτιού μου, αλλά μόνο πες ένα λόγο και θα γίνει καλά ο δούλος μου. Διότι κι εγώ άνθρωπος είμαι κάτω από εξουσία, και έχω κάτω από τις διαταγές μου στρατιώτες και λέω στον ένα· πήγαινε, και πηγαίνει· και στον άλλον· έλα, και έρχεται. Και στο δούλο μου λέω, κάνε αυτό, και το εκτελεί.

Πόση ταπείνωση είχε αυτός ο ειδωλολάτρης αξιωματικός! Ενώ δεν είχε μεγαλώσει και δεν είχε ζυμωθεί με τις παραδόσεις και τις διδαχές της αληθινής πίστεως στον ένα Θεό, έχει επίγνωση ανεξήγητη, ταπείνωση μοναδική. Θεωρεί τον εαυτό του αντάξιο της παρουσίας του Κυρίου στο σπίτι του. Συναισθάνεται την αμαρτωλότητά του στη θέα της ακτινοβόλου αγιότητας του Χριστού μας. Συναισθάνεται ακόμη και τη μεγαλειότητά του. Κατανοεί ότι ο Κύριος έχει εξουσία πάνω στη ζωή και την υγεία των ανθρώπων. Και δεν ζητά από Αυτόν να παρακαλέσει, αλλά να διατάξει την ίαση του δούλου του. Δείχνει λοιπόν μία τόσο μεγάλη πίστη, μία πίστη που θαύμασε και ο ίδιος ο Κύριος και την επαίνεσε δημοσίως.

Αυτήν ακριβώς τη φράση του εκατόνταρχου την πήραν στα χείλη τους αμέτρητοι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι αισθάνονταν τη δική τους μικρότητα μπροστά στο μεγαλείο του Κυρίου. Και η φράση αυτή έγινε προσευχή. Μία προσευχή που ψελλίζουμε με πίστη, συναίσθηση και ταπείνωση όλοι οι πιστοί, όταν στεφόμαστε με δέος μπροστά στο άγιο Ποτήριο. Και επαναλαμβάνουμε με ταπείνωση και συναίσθηση τα λόγια του εκατόνταρχου: «Κύριε, οὐκ εἰμί ἱκανός ἵνα μου ὑπό τήν στέγην εἰσέλθῃς». Διότι η ψυχή μου είναι έρημη από αρετές και κατερειπωμένη από τις αμαρτίες μου. Πού να βρεις, Κύριε, τόπο να κλίνεις την κεφαλή σου; Αλλά Εσύ που ταπείνωσες τον εαυτό σου, καταδέξου να εισέλθεις στον οίκο της αμαρτωλής μου ψυχής και να με θεραπεύσεις.

Στη Βασιλεία Του

Όταν ο Κύριος άκουσε τα λόγια του εκατόνταρχου, θαύμασε και είπε σ’ εκείνους που Τον ακολουθούσαν: Αληθινά σας λέω ότι δεν βρήκα τόσο μεγάλη πίστη ούτε μεταξύ των Ισραηλιτών, οι όποιοι είναι ο εκλεκτός λαός του Θεού. Σας διαβεβαιώνω ότι πολλοί σαν τον εκατόνταρχο θα έλθουν από όλα τα μέρη του κόσμου και θα καθίσουν στο τραπέζι της Βασιλείας των ουρανών. Ενώ εκείνοι που κατάγονται από τον Αβραάμ θα ριχτούν στο σκοτάδι. Εκεί θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους. Ύστερα είπε ο Κύριος στον εκατόνταρχο: Πήγαινε στο σπίτι σου και ας γίνει όπως πίστεψες. Και εκείνη τη στιγμή θεραπεύθηκε ο δούλος του.
Η πίστη όμως αυτή του ειδωλολάτρη αξιωματικού έγινε αφορμή να προφητεύσει ο Κύριος μία οδυνηρή αλήθεια: ότι στη Βασιλεία του θα βρεθούν πολλοί ειδωλολάτρες, ενώ θα αποκλεισθούν οι περισσότεροι Ιουδαίοι που λάτρευαν τον αληθινό Θεό. Είναι τραγικό.

Πόσο τίμησε ο Θεός τον ιουδαϊκό λαό! Του έδωσε τα πάντα. Απελευθέρωσε τους Ιουδαίους από τη στυγνή δουλεία της Αιγύπτου. Τους διαπέρασε από το βυθό της Ερυθράς θαλάσσης. τους παρέδωσε τον Νόμο του. Τους έθρεψε στην έρημο. Τους εγκατέστησε στη γη Χαναάν. Τους έστειλε προφήτες για να τους καλέσει σε μετάνοια. Όμως ανταπόκριση δεν έβλεπε. Γι’ αυτό και έγινε άνθρωπος και κήρυξε μετάνοια και επιτέλεσε θαύματα μοναδικά. Όμως οι Ιουδαίοι δεν Τον δέχθηκαν. Και οδήγησαν τον Χριστό στον πλέον φρικτό θάνατο. Πήρε λοιπόν ο Θεός τη χάρη του από τον Ισραήλ. Η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε. Αμέτρητοι Ιουδαίοι σφαγιάσθηκαν, πουλήθηκαν, διασκορπίσθηκαν στα πέρατα της γης. Έχασαν την πατρίδα τους, έχασαν και τη βασιλεία του Θεού.

Αυτό ακριβώς πρέπει να φοβίσει πολύ εμάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Διότι σε μας χάρισε ασυγκρίτως ανώτερες δωρεές από ό,τι στον ιουδαϊκό λαό. Μας χάρισε την Εκκλησία του, τα Μυστήρια της σωτηρίας μας, τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Και ιδιαιτέρως εμείς οι Έλληνες πρέπει να φοβηθούμε ακόμη περισσότερο. Διότι είμαστε πλημμυρισμένοι από ακόμη περισσότερες ευεργεσίες. Στη χώρα μας διάβηκαν τόσοι Απόστολοι, την πότισαν με το αίμα τους εκατομμύρια μάρτυρες, την αγίασαν αμέτρητοι όσιοι, ασκητές, διδάσκαλοι. Στη χώρα μας γράφτηκε η Αποκάλυψη του Ιωάννου, συνήλθαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι· στη χώρα μας υπάρχουν ιερά Λείψανα και θαυματουργές εικόνες, μοναστήρια και προσκυνήματα. Όλα μας τα έδωσε ο Χριστός! Γι’ αυτό περιμένει πολλά. Και προπαντός καρπούς μετανοίας, πνευματικής καρποφορίας και αγιότητας.

Θεία Λειτουργία Κυριακή Γ΄ Ματθαίου – Μετόχιο Ιερά Μονής Κύκκου Άγ. Προκόπιος

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ,   Ματθ. στ, 22-33 (21 Ιουνίου 2015)

Εὐαγγέλιον (Πρωτότυπο κείμενο)

22. Ο λύχνος του σώματος εστίν ο οφθαλμός• εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η, όλον το σώμα σου φωτεινόν έσται• 23. εάν δέ ο οφθαλμός σου πονηρός η, όλον το σώμα σου σκοτεινόν έσται. Ει ουν φως το εν σοι σκότος εστί, το σκότος πόσον; 24. Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν• ή γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει. Ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά. 25. Διά τούτο λέγω υμίν, μή μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε, μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε• ουχί η ψυχή υμών πλείον εστί της τροφής και το σώμα του ενδύματος; 26. Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά• ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών; 27. Τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα; 28. Καί περί ενδύματος τι μεριμνάτε; Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πώς αυξάνει• ου κοπιά ουδέ νήθει• 29. λέγω δε υμίν ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως έν τούτων. 30. Ει δε τον χόρτον του αγρού, σήμερον όντα και αύριον εις κλίβανον βαλλόμενον, ο Θεός ούτως αμφιέννυσιν, ου πολλώ μάλλον υμάς, ολιγόπιστοι; 31. μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες, τι φάγωμεν ή τι πίωμεν ή τι περιβαλώμεθα; 32. Πάντα γαρ ταύτα τα έθνη επιζητεί• οίδε γαρ ο πατήρ υμών ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων. 33. Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν.

Απόδοση (Ερμηνευτική απόδοση)

Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως. Αν όμως τα μάτια σου είναι χαλασμένα, όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα΄ ναι το σκοτάδι. Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους, γιατί ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα. Γι΄ αυτό, λοιπόν, σας λεω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πουλιά που δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει• εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ΄ αυτά; Κι έπειτα, ποιός από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του; Και γιατί τόσο άγχος για το ντύσιμό σας; Ας σας διδάξουν τα αγριόκρινα πώς μεγαλώνουν, δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν, κι όμως σας βεβαιώνω πως ούτε ο Σολομών σ΄ όλη του τη μεγαλοπρέπεια δεν ντυνόταν όπως ένα από αυτά. Αν όμως ο Θεός ντύνει έτσι το αγριόχορτο, που σήμερα υπάρχει και αύριο θα το ρίξουν στη φωτιά, δε θα φροντίσει πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι; Μην έχετε, λοιπόν, άγχος και μην αρχίσετε να λέτε: «τι θα φάμε;» ή: «τι θα πιούμε» ή: «τι θα ντυθούμε;» γιατί για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό, όμως ο ουράνιος Πατέρας σας ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ΄ όλα αυτά. Γι΄ αυτό πρώτα απ΄ όλα να επιζητείτε τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του, κι όλα θα ακολουθήσουν.
Η πρόνοια του Θεού και το άγχος της ζωής
Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι ένα απόσπασμα από την επί του Όρους Ομιλία του Ιησού Χριστού. Κεντρική θέση στην ομιλία αυτή κατέχει η Βασιλεία του Θεού.  Ουσιαστικά αποτελεί μια παράθεση πρακτικών συμβουλών του Ιησού Χριστού για το πώς οι Χριστιανοί οφείλουν να συμπεριφέρονται μέσα στον κόσμο αυτό.  Σε τελική ανάλυση η αξία του κόσμου αυτού, των υλικών αγαθών και της βιοτικής μέριμνας ορίζεται από την προοπτική της Βασιλείας του Θεού.


Το ευαγγελικό ανάγνωσμα, λοιπόν, της ημέρας χωρίζεται σε τρεις επί μέρους ενότητες: 1. υποδείξεις του Ιησού Χριστού για το «λύχνο» του σώματος, που είναι το μάτι, 2. υποδείξεις του Ιησού Χριστού για το ότι δεν μπορεί κανείς να υπηρετεί ταυτόχρονα δύο κυρίους (Θεός – μαμωνάς) και 3. προτροπές του Ιησού Χριστού ώστε να αποφεύγεται η βιοτική μέριμνα και το άγχος για τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου.  Κεντρικό μήνυμα του αναγνώσματος είναι η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού.

Ο λύχνος του σώματος εστίν ο οφθαλμός

Ο Ιησούς Χριστός με έναν παραβολικό λόγο τονίζει την αξία που έχει το μάτι για όλο το σώμα.  Το μάτι παρομοιάζεται με το λυχνάρι του σώματος.  Είναι το μέσο με το οποίο φωτίζεται όλο το σώμα και κατεπέκταση ο όλος άνθρωπος. Η όραση είναι ίσως η σπουδαιότερη αίσθηση της ανθρώπινης φύσης.  Με την όραση κάθε άνθρωπος θαυμάζει και απολαμβάνει τα μεγαλεία της δημιουργίας του Θεού, τον υλικό κόσμο, το κάλλος της αγάπης του Θεού.  Έχει τη δυνατότητα να βλέπει το φως της ημέρας αλλά και τα προσφιλή του πρόσωπα, η θέα των  οποίων παρηγορεί και ευφραίνει την ψυχή.  Έχει τη δυνατότητα της μόρφωσης,    της εργασίας, της κοινωνικής ανέλιξης.  Η έλλειψη της όρασης δυσχεραίνει τη ζωή των ανθρώπων, αφού τους στερεί τις χαρές αυτές και πολλές ακόμα άλλες.  Την αξία της όρασης εμείς οι υγιείς άνθρωποι δεν μπορούμε πολλές φορές να την αντιληφθούμε πλήρως.  Ένας τυφλός όμως άνθρωπος μπορεί να μαρτυρήσει για την αξία της όρασης και την οδυνηρή αίσθηση της απώλειάς της.  Άλλωστε την αξία της όρασης την διαπιστώνουμε και από τα πολλά θαύματα του Ιησού Χριστού σε τυφλούς ανθρώπους. Στο σημείο αυτό είναι πρόδηλη η παραβολική χρήση της αισθητής όρασης και η μεταφορά του λόγου του Ιησού Χριστού από την αισθητή στην εσωτερική όραση, στην όραση του νου και της ψυχής.
Η καλή ή κακή ποιότητα της όρασης είναι καθοριστική για την ποιότητα του φωτός, το οποίο μεταφέρει και εκπέμπει.  Γι΄ αυτό ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποιεί δύο αντίθετους όρους: «απλούς» και «πονηρός», χαρακτηρίζοντας έτσι το καλό και το κακό μάτι.  Με τον όρο «απλούς» γενικά μέσα στην Αγία Γραφή προσδιορίζεται ο αφοσιωμένος και υπάκουος στο Θεό άνθρωπος.  Αντίθετα με τον όρο «πονηρός» προσδιορίζεται ο εγωιστής άνθρωπος, εκείνος που αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού και προσπαθεί να επιβάλει το δικό του θέλημα.  Ο κατεξοχήν  πονηρός είναι ο Εωσφόρος, ο Διάβολος, ο οποίος ακολούθησε το δικό του θέλημα και έτσι έχασε το φως και ξέπεσε στο σκότος.  Επομένως εκείνος που επιθυμεί να βρίσκεται στο φως, οφείλει να στρέφει την προσοχή του προς τον Θεό, ο οποίος είναι η πηγή του φωτός.
Επιπλέον τα μάτια είναι οι πρώτοι δέκτες των διαφόρων εικόνων, οι οποίες μεταφέρονται στη συνέχεια στο νου και στην καρδία του ανθρώπου και επηρεάζουν τον ψυχικό και συναισθηματικό του κόσμο.  Αν λοιπόν ο άνθρωπος αφήσει τις σκοτεινές εικόνες να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα και την συμπεριφορά του, τότε η ύπαρξή του δε θα εκπέμπει φως, αλλά σκότος.  Τα έργα του, οι πράξεις του, οι λόγοι του θα είναι σκοτισμένα.  Αντίθετα αν οι εικόνες που εισέρχονται μέσα του είναι εικόνες φωτός, τότε θα εκπέμπει ο ίδιος φως προς τα έξω.  Η ύπαρξή του πλέον θα γίνει φωτεινό παράδειγμα για όλους όσους θα συναναστρέφονται μαζί του.

Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν

Το δεύτερο θέμα βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με το πρώτο, γιατί όπως δεν μπορεί να συνυπάρξει το φως με το σκότος, κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να είναι στην υπηρεσία δύο κυρίων.  Στην περίπτωση που κάποιος επιχειρήσει να υπηρετήσει ταυτόχρονα δύο κυρίους τότε δυο πράγματα μπορεί να συμβούν: ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο.  Δεν μπορεί κανείς να είναι συγχρόνως και δούλος του Θεού και δούλος του χρήματος.  Ο Ιησούς Χριστός απαιτεί την απόλυτη αφοσίωση του ανθρώπου στον Θεό.  Εξάλλου όπως τονίζεται και σε άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, ο Θεός και το χρήμα είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους, γιατί ο Θεός προσφέρει την ελευθερία, ενώ το χρήμα την υποδούλωση: «δυσκόλως πλούσιος εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών» (Ματθ.19,23).
 Η ζωή του ανθρώπου μέσα στον παροδικό αυτό κόσμο κρύβει πολλούς κινδύνους υποδούλωσης, είτε στην κοσμική εξουσία, είτε στο χρήμα και στις υλικές απολαύσεις.  Άλλωστε τους πειρασμούς αυτούς τους αντιμετώπισε και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μέσα στην έρημο και απέρριψε τόσο την κοσμική εξουσία και δόξα, όσο και τα υλικά αγαθά.  Τυχόν συγκατάθεση και υποδούλωση του ανθρώπου σε αυτές τις καταστάσεις σημαίνει την άρνηση του Θεού και οδηγεί στη δυστυχία και απελπισία.

Η βιοτική μέριμνα

Το τρίτο και ουσιαστικότερο μέρος της περικοπής αναφέρεται στην απόλυτη εμπιστοσύνη, που πρέπει να έχει ο άνθρωπος στην πρόνοια του Θεού και να αποφεύγει την αγωνιώδη μέριμνα για τη ζωή.  Βέβαια αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι ο άνθρωπος σταματά κάθε προσπάθεια, ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη διαβίωσή του.  Ο Ιησούς Χριστός μας καλεί να μην πνιγόμαστε στο άγχος για το τι θα φαμε, ή τι θα πιούμε, ή πώς θα ντυθούμε.
 Η ζωή και το σώμα μας είναι σπουδαιότερα από το τι θα φαμε και θα πιούμε και πώς θα ντυθούμε.  Αυτό εξάλλου το καταδεικνύει και η ίδια η φύση, αφού κατά τους λόγους του Κυρίου: «τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά» και ακόμα «περί ενδύματος τι μεριμνάτε; Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πώς αυξάνει• ου κοπιά ουδέ νήθει• λέγω δε υμίν ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως έν τούτων».  Επιπλέον: «Τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα;» και αφού αυτό είναι αδύνατο, τότε και οι καθημερινές φροντίδες και μέριμνες δεν προσφέρουν τίποτα στον άνθρωπο, παρά μόνο το άγχος το οποίο εκτός από την ψυχολογική κατάπτωση επιφέρει και πολλές σωματικές ασθένειες.
Το άγχος συνιστά ουσιαστικά άρνηση του Θεού και μαρτυρεί έλλειψη πίστης.  Ο αγωνιών άνθρωπος κατατρώγεται με την προσπάθεια για απόκτηση περισσοτέρων αγαθών και ξεχνά ή και αρνείται τον Θεό.  Δεν καταφεύγει πλέον στην πρόνοια του Θεού και δε ζητά τη βοήθειά του.  Στηρίζεται στη δική του δύναμη και στις ικανότητές του.  Η διαγραφή του Θεού από τη ζωή μας επιφέρει την ολοκληρωτική υποδούλωση στα πάθη, τις αδυναμίες και στα υλικά πράγματα.
 Αντίθετα με την κατάσταση του άγχους η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, απαλλάσσει τον άνθρωπο από κάθε είδους εξάρτηση, και του προσφέρει την «εν Χριστώ» ελευθερία.  Ασφαλώς αυτό δεν καταργεί τη νόμιμη προσπάθεια του ανθρώπου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα της ζωής του, αλλά την τοποθετεί πάνω στη σωστή βάση της.  Το πρώτο ζητούμενο είναι η βασιλεία του Θεού: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».

Η προσευχή των πιστών πρέπει να είναι μια διαρκής εκζήτηση της βασιλείας του Θεού, αυτό άλλωστε ζητούμε και στην Κυριακή Προσευχή: «ελθέτω η βασιλεία Σου» και όλα τα υπόλοιπα ακολουθούν.  Ο Θεός προνοεί για όλα τα δημιουργήματά του και με ιδιαίτερο τρόπο για το τέλειο δημιούργημά του τον άνθρωπο.  Η αλήθεια αυτή είναι περισσότερο από ποτέ άλλοτε επίκαιρη, αφού σήμερα το άγχος είναι η κατεξοχήν αιτία των ψυχικών διαταραχών και άλλων ασθενειών των ανθρώπων.  Ο σύγχρονος άνθρωπος πνίγεται μέσα στην προσπάθεια και την αγωνία για την απόκτηση όλο και περισσότερων υλικών αγαθών και ανέσεων.  Βέβαια οι λόγοι του Ιησού Χριστού δεν πρέπει να παρανοηθούν.  Δεν μας προτείνει σε καμία περίπτωση την παθητική στάση και αναμονή μια θαυματουργικής επίλυσης του προβλήματος της εξασφάλισης των απαραίτητων πραγμάτων της ζωής.  Εξάλλου ακόμα και αυτά τα πουλιά καταβάλλουν τη δική τους προσπάθεια, εξέρχονται προς αναζήτηση της τροφής τους, χωρίς όμως να αγχώνονται.  Άρα ο άνθρωπος οφείλει στη ζωή του και να εργάζεται και να προσπαθεί για τα απαραίτητα στοιχεία της καλής διαβίωσής του, χωρίς όμως αυτό να γίνεται αυτοσκοπός.  Χωρίς αυτό να σημαίνει την έλλειψη εμπιστοσύνης στην πατρική πρόνοια του Θεού.  Το πρώτο και κορυφαίο μέλημα της ζωής του ανθρώπου είναι η σωτηρία της ψυχής και η κατάκτηση της βασιλείας του Θεού.

Θεία Λειτουργία, Κυριακή Β’ Ματθαίου – Κλήση και ανταπόκριση – Μετόχιο Ι. Μ. Κύκκου, Άγ. Προκόπιος.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 18 – 23 (Εὐαγγέλιον – Αρχαίο κείμενο)

18 Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. 19 καὶ λέγει αὐτοῖς· Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 20 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. 21 Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν· καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. 22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. 23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 18 – 23 (Εὐαγγέλιον – Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα)

18 Ενώ δε περιπατούσε εις την παραλίαν της θαλάσσης της Γαλιλαίας, είδε δύο αδελφούς, τον Σιμωνα, τον οποίον αργότερα ο ίδιος ο Χριστός ωνόμασε Πετρον, και τον Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού, οι οποίοι έριπταν το δίκτυον εις την θάλασσαν, διότι ήσαν ψαράδες· 19 και λέγει εις αυτούς· “ακολουθήσατέ με και εγώ θα σας κάμω ικανούς να ψαρεύετε και να προσελκύετε ανθρώπους εις την βασιλείαν των ουρανών με το δίκτυον του κυρήγματος”. 20 Αυτοί αμέσως εγκατέλειψαν τα δίκτυα και τον ηκολούθησαν. 21 Και προχωρήσας από εκεί είδε δύο άλλους αδελφούς, τον Ιάκωβον τον υιόν του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννην τον αδελφόν αυτού να ετοιμάζουν μαζή με τον πατέρα των τον Ζεβεδαίον τα δίκτυά των μέσα στο πλοίον· και τους εκάλεσεν. 22 Αυτοί δε, χωρίς αναβολήν, άφησαν το πλοίον και τον πατέρα των και τον ηκολούθησαν. 23 Ο δε Ιησούς περιήρχετο τότε όλην την Γαλιλαίαν, εδίδασκεν εις τας συναγωγάς (όπου κάθε Σαββατον εμαζεύοντο οι Εβραίοι) εκήρυσσε το χαρμόσυνον άγγελμα της πνευματικής βασιλείας, που θα εγκαθίδρυε, και εθεράπευε κάθε ασθένειαν και κάθε σωματικήν αδυναμίαν μεταξύ του λαού.

Κλήση και ανταπόκριση

Άφησαν τα πάντα

Ο Κύριος περπατά στην ακρογιαλιά της Γαλιλαίας. Εκεί βλέπει δυο αδελφούς, τον Σίμωνα, τον οποίο κατόπιν ονόμασε Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του, οι οποίοι έριχναν δίχτυα στη λίμνη, διότι ήταν ψαράδες. Και τους λέει: Ακολουθήστε µε και θα σας κάνω ικανούς να ψαρεύετε αντί για ψάρια, ανθρώπους — αυτούς με τα πνευματικά δίχτυα του κηρύγματος θα ελκύετε στη Βασιλεία των ουρανών. Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα τους και Τον ακολούθησαν. Αφού προχώρησε πιο κει, είδε άλλους δυο αδελφούς, τον Ιάκωβο τον γυιό του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να ετοιμάζουν τα δίχτυα τους μέσα στο πλοίο μαζί με τον πατέρα τους Ζεβεδαίο. Και τους κάλεσε κοντά του. Κι αυτοί αμέσως άφησαν το πλοίο και τον πατέρα τους και Τον ακολούθησαν.
Κι οι τέσσερις ψαράδες άφησαν αμέσως τα πάντα. Πόση προθυμία και αυταπάρνηση έδειξαν στην κλήση του Χριστού! Πόση πίστη και υπακοή! Δεν ανέβαλαν την απόφασή τους για άλλη φορά. Δεν ζήτησαν προθεσμία για να δώσουν κάποια απάντηση. Δεν σκέφθηκαν να πάνε πρώτα στα σπίτια τους και να συζητήσουν με τους δικούς τους. Άφησαν και τους γονείς τους και ό,τι άλλο είχαν. Τα πλοία και τα δίχτυα τους ήταν όλη τους η περιουσία. Και την αφήνουν. Μένουν χωρίς τίποτε. Αυτοί και ο Χριστός! Και Τον ακολουθούν. Και γίνονται μόνιμοι μαθητές του. Αποφασισμένοι να ακολουθήσουν τον Κύριο όπου τους καλέσει.

Εμείς άραγε δείχνουμε τέτοια αυταπάρνηση και προθυμία στο θέλημα του Θεού; Βέβαια ο Κύριος δεν κάνει σε όλους εμάς τέτοια μεγάλη ειδική κλήση, δεν ζητά από όλους εμάς να εγκαταλείψουμε τα πάντα και να Τον ακολουθήσουμε. Αλλά ζητά να εγκαταλείψουμε τα πάθη µας, το αμαρτωλό θέλημά µας. Και κάνει στον καθένα µας πολλές κλήσεις για μετάνοια, για αγιασμό, για τη σωτηρία µας. Μας καλεί με τη φωνή των Πνευματικών µας, της Αγίας Γραφής, των πνευματικών ανθρώπων, αλλά και με τη φωνή γεγονότων. Μας ζητά να κόψουμε κάποιο ελάττωμά µας, να καλλιεργήσουμε κάποια αρετή, να κάνουμε έργα αγάπης, να προσφέρουμε τα χαρίσματά µας στο έργο της Εκκλησίας του. Για παράδειγμα πηγαίνουμε στον Πνευματικό µας και µας δίνει οδηγίες πνευματικής ζωής. Τις αποδεχόμαστε χωρίς αντίρρηση και αντίδραση; Έχουμε την προθυμία να υπακούσουμε αμέσως και να αγωνισθούμε να διορθώσουμε την πορεία µας; Είναι φοβερό να µας καλεί ο ίδιος ο Θεός στο θέλημά του και εμείς να αρνούμαστε και να χάνουμε ευκαιρίες μετανοίας και αγιασμού. Ευκαιρίες που ίσως δεν θα µας δοθούν ποτέ άλλοτε. Ας μάθουμε λοιπόν να ανταποκρινόμαστε αμέσως στα κελεύσματα της φωνής του Κυρίου. Ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο.

Η Βασιλεία του Θεού

Στη συνέχεια ο άγιος ευαγγελιστής Ματθαίος παρουσιάζει τη δημόσια δράση του Κυρίου στη Γαλιλαία. Λέει ότι ο Ιησούς περιόδευε τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις Συναγωγές, όπου κάθε Σάββατο μαζεύονταν οι Ιουδαίοι για να ακούσουν την ανάγνωση της Αγίας Γραφής και να προσευχηθούν. Θεράπευε τα πλήθη του λαού από κάθε είδους ασθένεια. Και κήρυττε το χαρμόσυνο άγγελμα της Βασιλείας του Θεού.
Ποια όμως είναι αυτή η Βασιλεία στην οποία καλούσε η Κύριος; Οι Ιουδαίοι ασφαλώς περίμεναν µία εγκόσμια ιουδαιοκεντρική βασιλεία εντελώς διαφορετική από αυτήν που κήρυττε ο Κύριος. Διότι ο Κύριος έγινε άνθρωπος για να εγκαθιδρύσει μιαν άλλη πνευματική, παγκόσμια Βασιλεία όχι σε κράτη και σε παλάτια, αλλά στις ψυχές των ανθρώπων. Η Βασιλεία του δεν είναι «ἐκ τοῦ κόσµου τούτου». Κι Αυτός δεν είναι Βασιλεύς κρατών αλλά καρδιών, που θα κατακτήσει τους ανθρώπους όχι με πολέμους αλλά με την αγάπη. Ο Κύριος λοιπόν καλεί σε μια Βασιλεία ασυγκρίτως ανώτερη απ’ αυτήν που περίμεναν οι Ιουδαίοι, μια Βασιλεία ατελεύτητη. Μια Βασιλεία που ξεκινάει από τη γη με την Εκκλησία του και θα συνεχιστεί στον ουρανό. Μια Βασιλεία στην οποία δεν θα κυριαρχεί το µίσος αλλά η αγάπη, δεν θα κυριαρχεί το σκοτάδι της απιστίας αλλά το φως της πίστεως. Μια Βασιλεία στην οποία κάθε πολίτης της θα απολαμβάνει από αυτή τη ζωή τη θεία Χάρη και πληρότητα και θα γεύεται τα υπερκόσμια αγαθά της.

Εμείς άραγε κατανοούμε τον πνευματικό αυτόν χαρακτήρα της Βασιλείας του Θεού; Ζούμε την εμπειρία της Βασιλείας αυτής; Βέβαια ανήκουμε στη Βασιλεία του Θεού, στην Εκκλησία του. Είμαστε βαπτισμένοι. Έχουμε μυρωθεί με το βασιλικό Χρίσμα. Εσωτερικά όμως; Η Βασιλεία του Θεού είναι «ἐντός ἡµῶν»; Τη ζούμε ως εμπειρία; Την προσδοκούμε ως το μεγαλύτερο όραμα της ζωής µας; Αν πραγματικά θέλουμε να ζούμε μέσα µας τη βασιλεία του Θεού, αν αναγνωρίζουμε τον Κύριό µας ως παντοτινό βασιλέα µας, θα πρέπει να Τον κάνουμε και κυβερνήτη της ζωής µας. Αυτός να κυβερνά τις αισθήσεις µας, τις σκέψεις µας, τα συναισθήματά µας, ολόκληρη τη ζωή µας. Να µη σέρνουμε τα πόδια µας στο χώμα κυριευμένοι από πάθη και αμαρτωλές επιθυμίες. Αλλά να ανεβαίνουμε διαρκώς ψηλότερα, προς τους ουρανούς, προς την άνω Ιερουσαλήμµ, προς τη Βασιλεία του Θεού.

Θεία Λειτουργία Κυριακή Ά Ματθαίου (Των Αγίων Πάντων), Μετόχι Ιεράς Μονής Κύκκου, Άγιος Προκόπιος

Εὐαγγέλιον ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ι´ 32 – 33 (Αρχαίο κείμενο)

Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· 33 ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ι´ 37 – 38
37 Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· 38 καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΘ´ 27 – 30
27 Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; 28 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. 29 καὶ πᾶς ὅς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναίκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. 30 Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι.

Εὐαγγέλιον
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ι´ 32 – 33 (Ερμηνευτική απόδοση Ι. Θ. Κολιτσάρα)

Καθένας, λοιπόν, που με πίστιν και θάρρος και χωρίς να φοβήται τους διωγμούς, θα με ομολογήση σωτήρα του και Θεόν του εμπρός στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω και εγώ έμπροσθεν του ουρανίου πατρός μου ως ιδικόν μου. 33 Οποιος όμως με αρνηθή εμπρός στους ανθρώπους, θα αρνηθώ και εγώ να τον παραδεχθώ ως ιδικόν μου εμπρός στον ουράνιον Πατέρα μου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ι´ 37 – 38
37 Εκείνος που αγαπά τον πατέρα η την μητέρα του παραπάνω από εμέ, δεν είναι άξιος να λέγεται οπαδός μου. Και εκείνος που αγαπά τον υιόν του η την κόρην του παραπάνω από εμέ, δεν είναι άξιος να λέγεται οπαδός μου. 38 Και όποιος δεν παίρνει σταθεράν την απόφασιν να υποστή κάθε ταλαιπωρίαν και σταυρικόν ακόμη θάνατον δια την πίστιν του εις εμέ και δεν με ακολουθεί ως αρχηγόν και υπόδειγμά του, δεν είναι άξιος για μένα.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΘ´ 27 – 30
27 Τοτε απεκρίθη ο Πετρος και του είπε· “ιδού ημείς αφήσαμεν όλα και σε ηκολουθήσαμεν. Ποία τάχα θα είναι η αμοιβή μας;” 28 Ο δε Ιησούς απήντησεν εις αυτούς· “σας διαβεβαιώνω ότι σεις που με έχετε ακολουθήσει εδώ εις την γην, όταν εις την συντέλεια των αιώνων αναδημιουργηθή νέος κόσμος και αναστηθούν οι νεκροί και ο υιός του ανθρώπου καθίση επάνω στον ένδοξον θρόνον του, τότε και σεις θα καθίσετε επάνω εις δώδεκα θρόνους, δια να κρίνετε τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. 29 Και κάθε ένας, ο οποίος προς χάριν μου αφήκε οικίας η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η χωράφια, θα λάβη εδώ εις την γην εκατό φορές περισσότερα και, το σπουδαιότερον, θα κληρονομήση την αιωνίαν ζωήν. 30 Πολλοί δε που στον κόσμον αυτόν, ένεκα των αξιωμάτων τα οποία κατέχουν και όχι δια την αρετήν των, είναι πρώτοι, εις την βασιλείαν των ουρανών θα είναι τελευταίοι και πολλοί που στον κόσμον αυτόν θεωρούνται τελευταίοι, θα είναι εκεί πρώτοι.

Ο δρόμος των αγίων
Ομολογία της θείας του φύσεως
Στο ιερό Ευαγγέλιο της εορτής των Αγίων Πάντων ο Κύριος μας παρουσιάζει δυο βασικές προϋποθέσεις για να ακολουθήσουμε όλοι μας τον δρόμο των Αγίων.

Η πρώτη προϋπόθεση η ομολογία της πίστεως. Μας διαβεβαιώνει ο Κύριος: Καθένα που θα με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω κι εγώ ως πιστό ακόλουθό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. Εκείνον όμως που θα με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.

Ο Κύριος λοιπόν θέτει ως βασική προϋπόθεση της σωτηρίας μας να ομολογούμε τον Χριστό μπροστά στους διώκτες και αρνητές του. Ποιο όμως ακριβώς είναι το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου;  Αν κανείς μελετήσει τις αναλύσεις των ιερών ερμηνευτών, θα δει ότι εδώ ο Κύριος δεν ζητεί μία γενική και αόριστη ομολογία. Αλλά ζητεί να Τ ον ομολογούμε με συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, να Τ ον ομολογούμε ως Σωτήρα μας και Θεό μας.

Γιατί όμως ο Χριστός μας μας ζητά μία τέτοια ομολογία; Διότι μέσα στους αιώνες κανείς δεν αρνήθηκε ότι ο Κύριος είναι ένας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, αναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δεν αρνήθηκε το πνευματικό και κοινωνικό του έργο. Το σημείο που ενοχλεί τους διώκτες του Κυρίου είναι ένα και μοναδικό: η θεότητά του. Διότι αυτό καθορίζει τα πάντα στη ζωή μας.

Εάν δεχθούμε τον Κύριο Ιησού Χριστό απλώς και μόνον ως ένα ιστορικό πρόσωπο ξεχωριστό και τέλειο, τότε αυτό δεν έχει καμία επίδραση στη ζωή μας. Εάν όμως Τον αποδεχθούμε και Τον ομολογούμε ως Θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αυτό έχει καθοριστική σημασία για τη ζωή μας. Διότι τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε όλα όσα ζητάει από εμάς και να συμμορφώσουμε τη ζωή μας με το θέλημά του.

Ο δρόμος λοιπόν προς την αγιότητα προϋποθέτει όχι μία γενική και αόριστη ομολογία πίστεως, αλλά μία πίστη και ομολογία συγκεκριμένη. Να ομολογούμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό ως «Θεόν αληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Και να ζούμε όπως Εκείνος θέλει. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στο δρόμο των Αγίων, στο δρόμο του Χριστού.

Η πρώτη αγάπη μας
Στη συνέχεια ο Κύριος μας παρουσιάζει τη δεύτερη προϋπόθεση για τον δρόμο της αγιότητος. Ζητά απ’ όλους μας να Τον αγαπούμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Εκείνος, λέει, που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από έμενα και με αρνείται για να μη χωρισθεί από τους γονείς του, δεν αξίζει για μένα. Κι Εκείνος που αγαπά τον γυιό του ή την κόρη του περισσότερο από έμενα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου. Κι Εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση να ακολουθήσει το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα.

Τότε Του αποκρίθηκε ο Πέτρος: Κύριε, εμείς αφήσαμε τα πάντα και Σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα γίνει μ’ εμάς; Και ο Κύριος απάντησε: Όταν θα καθίσω στον θεϊκό μου θρόνο, θα καθίσετε κι εσείς Σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μη χωρισθεί από εμένα, θα λάβει πολλαπλάσια σ’ αυτή τη ζωή και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Και πολλοί που είναι εδώ πρώτοι, θα είναι στην αιώνια βασιλεία τελευταίοι, ενώ πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι.

Ο Κύριός μας εδώ θέτει ως βασική προϋπόθεση για να μας αποδεχθεί ως άξιους μαθητές του να Τον αγαπάμε περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ακόμη και από τα πλέον αγαπημένα ιερά μας πρόσωπα, τον πατέρα μας και τη μητέρα μας. Και γιατί μας το ζητάει αυτό; Μας το ζητάει όχι γιατί έχει ανάγκη από την αγάπη μας, αλλά για το δικό μας συμφέρον. Πρωτίστως διότι όταν τα συγγενικά μας πρόσωπα βρίσκονται μακριά από το δρόμο του Θεού, υπάρχει ο κίνδυνος να επηρεάσουν κι εμάς. Έπειτα υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί που έχουν αρρωστημένη προσκόλληση στο παιδιά τους, στους γονείς τους ή Σε άλλα συγγενικά πρόσωπα, σε βαθμό που να τα αγαπούν περισσότερο και από τον Θεό!

Ο Κύριος όμως μας ζητά να Τον αγαπούμε πάνω απ’ όλους και για έναν άλλο λόγο καθοριστικό για τη ζωή μας: Διότι θέλει να μας καταστήσει μετόχους της δικής του μακαριότητας, να μας προσφέρει ασύλληπτης αξίας δώρα, να μας προσφέρει τα πάντα. Διότι όταν αγαπάμε τον Χριστό μας περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ζούμε από αυτή τη ζωή σ’ έναν άλλο κόσμο· στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Όταν έχουμε στραμμένα τα μάτια μας σ’ Εκείνον, τότε μπορούμε να γευθούμε τα αόρατα μυστικά, τις πνευματικές ομορφιές, τα μυστήρια του Θεού. Μπορούμε να γευθούμε τη γλυκύτητα της παρουσίας του· ν’ απολαύσουμε τη μυστική κοινωνία μαζί του. Να ζούμε καθημερινά μια πνευματική ζωή αγιότητος, χάριτος. Να απολαμβάνουμε τη λατρεία και την προσευχή ως ύψιστες πνευματικές ηδονές. Έτσι θα έχουμε μέσα μας τόσο δυνατά βιώματα, που θα συνεπαίρνουν την ύπαρξή μας. Έτσι θα γίνουμε πολίτες της Βασιλείας του από αυτή τη ζωή. Ας Τον αγαπήσουμε λοιπόν πάνω απ’ όλους και απ’ όλα. Και ας εισέλθουμε στο μυστήριο της εν Χριστώ αγάπης και ζωής.

Ονομαστήρια Μητροπολίτη Κύκκου



Ιεροπρεπώς, με την δέουσα εκκλησιαστική λαμπρότητα και σε κλίμα κατάνυξης τιμήθηκε, στην Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Ελεούσας του Κύκκου, η μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Νικηφόρου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Ομολογητού.
Κατά την ημέρα αυτή άγει τα ονομαστήρια του o σεπτός Καθηγούμενος της Μονής και Προκαθήμενος της Τοπικής Εκκλησίας, Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρος.
Ο Πανιερώτατος, για άλλη μια χρονιά, επέλεξε να βρεθεί στην Μονή της μετανοίας του για να εορτάσει την μνήμη του προστάτη Αγίου του και με σεμνότητα, λιτά κι απέριττα, χοροστάτησε στον Όρθρο και προέστη, ακολούθως, της Θείας Λειτουργίας, πλαισιούμενος από πατέρες της Μονής και κληρικούς της Μητροπολιτικής περιφέρειας Κύκκου και Τηλλυρίας.
Αμέσως μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Πανιερώτατος δέχθηκε τις συγχαρητήριες ευχές των αδελφών και πατέρων της Μονής, των κληρικών και πολλών ευσεβών χριστιανών, που ήρθαν να ευχηθούν στον εορτάζοντα Επίσκοπό τους.